Μια φορά κι έναν καιρό, κοντά σε μια λιμνούλα ζούσε μια μεγάλη βελανιδιά. Στις όχθες της ζούσαν και καλάμια. Οι καλαμιές δεν έφταναν τη βελανιδιά και γι΄ αυτό αυτή τις κορόιδευε. Αυτή ήταν μεγάλη, χοντρή και δυνατή ενώ οι καλαμιές ήταν λεπτές και αδύναμες. Οι καλαμιές όμως ένιωθα πολύ ευτυχισμένες με το δροσερό αεράκι που τους χάιδευε και γι΄ αυτό τραγουδούσαν…
Μια μέρα ένα μικρό πουλάκι έκατσε επάνω σε μια καλαμιά και αυτή λύγισε τον κορμό της. Η βελανιδιά το είδε και γέλασε. Είπε στην καλαμιά ότι είναι άχρηστη επειδή τη λύγισε ένα πουλάκι.
Η καλαμιά της απάντησε πώς έτσι φύτρωσε σ΄ αυτόν τον κόσμο και ότι κανένας από τα φυτά και τους ανθρώπους δεν ξέρει το τέλος του. Επίσης είπε ότι επειδή είναι λεπτό ακόμη και ο πολύ δυνατός άνεμος δεν μπορεί να το σπάσει αλλά μόνο να το λυγίσει.
Την ίδια στιγμή άρχισε μια δυνατή καταιγίδα με δυνατό αέρα που αναποδογύρισε ανθρώπους, φυτά και δέντρα. Το καλάμι και τα αδέλφια του μόνο λύγισαν. Κάποια στιγμή ακούστηκε ένα δυνατό «κρακ»…, η βελανιδιά έπεφτε νεκρή.
Όταν σταμάτησε η καταιγίδα η καλαμιά και η οικογένειά της συνέχισαν το τραγουδάκι τους και η καλαμιά είπε στη βελανιδιά πως βασιλιάδες, πλούσιοι άνθρωποι και δέντρα δεν πρέπει να υποτιμούν τους μικρότερους.
Έλλη Κ., Στ1΄
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου