Οι περισσότεροι Έλληνες τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και την γεωργία. Καλλιεργούσαν τη γη είτε ως ελεύθερη καλλιεργητές είτε ως κολίγοι στα τσιφλίκια που ανήκαν κυρίως στους Τούρκους. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής περνούσε στα χέρια των Τούρκων είτε ως ιδιοκτήτες της γης, είτε με τη μορφή των φόρων. Στα τσιφλίκια καλλιεργούνταν προϊόντα όπως το σιτάρι, το βαμβάκι, η σταφίδα, ο καπνός.
Οι Έλληνες κατάφεραν να ελέγξουν τα εμπόριο και έτσι αναλάμβαναν τη διακίνηση των αγροτικών και βιοτεχνικών προϊόντων τόσο εντός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας όσο και προς τις ευρωπαϊκές χώρες.
Στο εσωτερικό η πώληση των προϊόντων γίνονταν στο παζάρι το οποίο πραγματοποιούνταν μια φορά την εβδομάδα στο κεφαλοχώρι κάθε περιοχής. Σε ορισμένες περιοχές γίνονταν εμποροπανηγύρεις μια φορά το χρόνο.
Τον υπόλοιπο καιρό πλανόδιοι έμποροι (πραματευτάδες, γυρολόγοι) έφερναν στα χωριά τα αγαθά που έλειπαν.
Εξαιτίας της ανασφάλειας οι έμποροι μετακινούνταν κατά ομάδες (καραβάνια) με μουλάρια ή καμήλες. Διανυκτέρευαν στα χάνια, που βρίσκονταν σε απόσταση 30 χλμ. το ένα από το άλλο.
Εξάγονταν γεωργικά προϊόντα και παράλληλα εισάγονταν βιομηχανικά και υφάσματα από την Ευρώπη. Λιμάνια όπως η Πρέβεζα, το Γαλαξίδι, η Χίος γίνονται ισχυρά εμπορικά κέντρα.
Χάρτης με τα οικονομικά κέντρα στον ελληνικό χώρο τον 18ο αιώνα.
Πόλεις όπως τα Γιάννενα και η Τριπολιτσά, αναδεικνύονται σε σπουδαίους εμπορικούς σταθμούς για τη διακίνηση αγροτικών και βιοτεχνικών προϊόντων.
Την ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας βοήθησε σημαντικά η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) που έγινε ανάμεσα στη Ρωσία και την Οθωμανική αυτοκρατορία. Σύμφωνα με αυτήν τα ελληνικά πλοία μπορούσαν να υψώνουν ρωσική σημαία και να ταξιδεύουν ανενόχλητα σε όλες τις θάλασσες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Έτσι, νησιά όπως η Ύδρα, οι Σπέτσες, τα Ψαρά απέκτησαν μεγάλο εμπορικό στόλο και γνώρισαν οικονομική άνθιση.
Στις ναυτικές επιχειρήσεις οι καραβοκύρηδες έβαζαν τα κεφάλαια, οι τεχνίτες και οι ναύτες τη δουλειά και όλοι είχαν μερίδιο στην ιδιοκτησία και τα κέρδη.
Στη βιοτεχνία έχουμε τη δημιουργία των συντεχνιών. Δημιουργούνται συνεταιριστικές επιχειρήσεις στην Καστοριά με τα γουναρικά, στα Αμπελάκια Θεσσαλίας με τη βαφή κόκκινων νημάτων, στα 24 χωριά του Πηλίου με τα μεταξωτά είδη και τα μάλλινα σκεπάσματα.
Αμπελάκια
Τέλος, επαγγέλματα, όπως του χτίστη, του μαραγκού, του βοσκού κ.ά. δημιουργούν παρέες, που μετακινούνταν και δούλευαν συντροφικά.
Όμορφη ανάρτηση.
ΑπάντησηΔιαγραφή