Ο γλύπτης Φιλόλαος γεννήθηκε στη Λάρισα το 1923. Σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ., εμπλουτίζοντας παράλληλα τις γνώσεις του στο εργαστήριο του Απάρτη. Το 1950 εγκαθίσταται στη Γαλλία, όπου παρακολουθεί μαθήματα στην παρισινή Ecole superieure des beaux-arts ως ελεύθερος σπουδαστής. Πραγματοποίησε ατομικές εκθέσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, ξεκινώντας από το Παρίσι (γκαλερί Α) και την Αθήνα (γκαλερί Μέρλιν) το 1964. Οι συμμετοχές του σε ομαδικές εκθέσεις συμπεριλαμβάνουν, ανάμεσα στα άλλα, την επανειλημμένη παρουσία του στα Salons de mai (Παρίσι 1953-60) και στην έκθεση Jeune sculpture (Παρίσι 1958-62), την εμφάνισή του στη Biennale του Sao Paulo και την Athens by art (2004).
Εκείνο όμως που έκανε ευρύτερα γνωστό το έργο του είναι τα γλυπτά που σχεδίασε για δημόσιους χώρους, υλοποιώντας παραγγελίες διακεκριμένων αρχιτεκτόνων, κυρίως Γάλλων. Προς αυτήν την κατεύθυνση άρχισε να εργάζεται το 1960, με πρώτη συνεργασία εκείνη με τον αρχιτέκτονα A. Gomis. Έτσι ξεκίνησε μια επιτυχημένη πορεία, στα πλαίσια της οποία ο Φιλόλαος είχε την ευκαιρία να δουλέψει μαζί με πολυάριθμους αρχιτέκτονες, όπως οι Andrault και Parat, ο J. Dubuisson, o P. Genard, o P. Gauriche, o Herenschmid, οι Willerval και Vulic κ.ά. Αξιοσημείωτες είναι επίσης οι συμμετοχές του σε διαγωνισμούς εταιρειών για την ανάθεση έργων.
Απέσπασε το πρώτο βραβείο της Confimeg για ένα γλυπτό που θα τοποθετούνταν στη Λυών και της Cogedim για το καλύτερο γλυπτό της Γαλλίας (περίοδος 1971-81). Το 1984 τιμήθηκε για το σύνολο του έργου του με το Μετάλλιο Πλαστικών Τεχνών από την Ακαδημία Αρχιτεκτονικής της Γαλλίας.
Η παρουσία του καλλιτέχνη στο Παρίσι της δεκαετίας του '50 σύντομα τον απομάκρυνε από τις φορμαλιστικές κατευθύνσεις της ακαδημαϊκής του παιδείας. Στόχος των αναζητήσεών του έγινε έκτοτε η σχέση της γλυπτικής με το αστικό περιβάλλον και την αρχιτεκτονική. Έτσι, ανάμεσα στα έργα του συμπεριλαμβάνονται διαμορφώσεις ανοιχτών αστικών χώρων (π.χ. πλατεία στο Epernay, 1969), οδών (π.χ. οδός Houssay, 1969), πεζοδρόμων (π.χ. Τουλούζη 1975), συνθέσεις με συντριβάνια (π.χ. Melun-Senart, 1977) κ.ά. Προτεραιότητα στο σχεδιασμό τους έχει πάντοτε ο σεβασμός προς τις ιδιαίτερες χωροταξικές παραμέτρους του συγκεκριμένου τόπου.
Οι μνημειώδεις κατασκευές του διακρίνονται για τη μορφική λιτότητα, η οποία στηρίζεται στην αίσθηση της αρμονίας και του μέτρου. Αρκετά νωρίς έδειξε το ενδιαφέρον του για δύο υλικά: το ατσάλι και το beton lave (σκυρόδεμα). Ο συνδυασμός των δύο του έδωσε τη δυνατότητα να στηρίζει τεράστια σε ύψος γλυπτά ή ποικιλόσχημες διαμορφώσεις, αξιοποιώντας τις στατικές ιδιότητες του τσιμέντου και τις ανακλαστικές του ανοξείδωτου χάλυβα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου