Σελίδες

Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

Κλέφτες και Αρματολοί

Οι πρώτοι ένοπλοι Έλληνες εμφανίστηκαν σχεδόν αμέσως μετά την Άλωση της Πόλης. Οι Βενετοί του ονόμασαν ¨στρατιώτας¨. Οι ¨στρατιώται¨ θεωρούνται οι πρόδρομοι των κλεφτών και των αρματολών. Πολέμησαν τους Τούρκους είτε μόνοι τους ή σε συμμαχία με τους Βενετούς. Γνωστές οικογένειες ¨στρατιωτών¨ ήταν οι Κλαδαίοι και οι Μπούες, στην Πελοπόννησο.


Οι δύσκολες συνθήκες ζωής έκαναν πολλούς Έλληνες να ανεβαίνουν στα βουνά ώστε να γίνουν ληστές. Οι Αρχές τους αντιμετώπιζαν σαν κακούργους ο απλός λαός όμως τους θαύμαζε για το θάρρος τους και την παλικαριά τους. Αυτοί ονομάστηκαν κλέφτες και θεωρήθηκαν λαϊκοί ήρωες.

Φώτης Κόντογλου: «Αρματολοί και Κλέφτες», 1948

Στόχος των κλεφτών ήταν εύποροι άνθρωποι (προύχοντες, έμποροι) ανεξάρτητα από το αν ήταν Τούρκοι ή Έλληνες. Δεν λήστευαν, κατά κανόνα, τους φτωχούς. Αυτούς που λήστευαν φτωχούς οι άλλοι κλέφτες τους ονόμαζαν ¨κατσικοκλέφτες¨ και τους περιφρονούσαν. 

Φώτης Κόντογλου: «Αρματολοί και Κλέφτες»

Οι Τούρκοι για να αντιμετωπίσουν τους κλέφτες, οργάνωσαν ειδικά τμήματα, τους αρματολούς. Αυτοί αναλάμβαναν τη φύλαξη μιας περιοχής που λεγόταν αρματολίκι.


Οι αρματολοί με φιρμάνια της Υψηλής Πύλης απαλλάσσονταν από τη φορολογία. Οι αρματολοί αρχικά ήταν πιστοί στον σουλτάνο. Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει από το 1684 όταν ξεκίνησε ο μεγάλος βενετοτουρκικός πόλεμος. 


Όταν οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να επιβληθούν σε κάποιες περιοχές στους κλέφτες, τους έδιναν αρματολίκια. Εάν κάποιος αρματολός αποκτούσε μεγάλη δύναμη ή έδειχνε συμπάθεια στους ραγιάδες, ο σουλτάνος τον απομάκρυνε. Τότε αυτός ξαναγινόταν κλέφτης. Πολλές φορές κλέφτες και αρματολοί συνεργάζονταν. Έτσι, λίγο πριν ξεσπάσει η Επανάσταση του ΄21, οι λέξεις κλέφτης και αρματολός σήμαιναν το ίδιο πράγμα.


Κάθε ομάδα κλεφτών ή αρματολών είχε:
- το μπαϊράκι (σημαία)
- τον καπετάνιο (αρχηγός)
- το πρωτοπαλίκαρο (υπαρχηγός)
- τους ψυχογιούς (ανήλικα κλεφτόπουλα)


Οι κλέφτες ζούσαν σε ορεινές τοποθεσίες, τα λημέρια. Εκεί για ασφάλεια έβαζαν καραούλια (σκοπιές). 


Δεν είχαν τη δυνατότητα να αναμετρηθούν με τους Τούρκους σε μάχη κατά παράταξη, γι΄ αυτό εφάρμοζαν τον «κλεφτοπόλεμο», έστηναν δηλ. ενέδρες ή έκαναν αιφνιδιασμούς. 





Ο Κλέφτης


Μαύρη είν΄ η νύχτα στα βουνά,
στους βράχους πέφτει χιόνι.
Μες στ΄ άγρια, στα σκοτεινά,
στις τραχιές πέτρες, στα στενά,
ο κλέφτης ξεσπαθώνει.

Στο δεξί χέρι του γυμνό
βαστά αστροπελέκι.
Παλάτι έχει το βουνό,
και σκέπασμα τον ουρανό
κι ελπίδα το τουφέκι.

Φεύγουν οι τύραννοι χλωμοί, 
το μαύρο του μαχαίρι,
μ΄ ιδρώτα βρέχει το ψωμί
ξέρει να ζήσει με τιμή
και να πεθάνει ξέρει.

Αλ. Ραγκαβής

Κλέφτικη ζωή

Μαύρη μωρέ πικρή ειν' η ζωή που κάνουμε (2)
Εμείς οι μαύροι κλέφτες, εμείς οι μαύροι κλέφτες (2)
Ολη μωρέ, όλη μερούλα πόλεμο (2)
όλη μερούλα πόλεμο το βράδι καραούλι (2)
με φό- μωρέ με φόβο τρώμε το ψωμί(2)
Με φόβο τρώμε το ψωμί, με φόβο περπατάμε (2)
Ποτέ μωρέ, ποτέ μας δεν αλλάζουμε (2)
ποτέ μας δεν αλλάζουμε και δεν ασπροφορούμε.


Δραστηριότητα: 
Άκουσε και διάβασε τις παρακάτω παραλλαγές του δημοτικού τραγουδιού ¨Σαράντα παλικάρια¨. 
Προσπάθησε να εντοπίσεις τις διαφορές που υπάρχουν στους στίχους των παραλλαγών.



Σαράντα παλικάρια
Σαράντα παλικάρια 
από τη Λε- από τη Λεβαδιά. 
Πάνε για να πατήσουνε 
την Τροπό- μωρέ την Τροπολιτσά. 
Στο δρόμο που πηγαίνανε 
γέροντ' α- μωρέ γέροντ' απαντούν. 
"Γεια σου χαρά σου γέρο!" 
"Καλώς τα τα- καλώς τα τα παιδιά. 
Που πάτε παλικάρια 
που πάτ' ορέ- που πάτ' ορέ παιδιά;" 
"Πάμε για να πατήσουμε 
την Τροπό- μωρέ την Τροπολιτσά!". 


Σαράντα παλληκάρια από την Λειβαδιά 
Καλά κι' αρματωμένα πάνε για τον Μοριά .
Στον δρόμο που πηγαίνουν και στη δημοσιά
απάντησαν ένα γέρο, γεροντόκλεφτα .
Πού πάτε παλληκάρια, λεβέντικα παιδιά ;
Πάμε να πολεμήσουμε στην Τριπολιτσά .
Αχ, δεν μπορώ παιδιά μου, να 'ρχόμουνα κι΄εγώ
Σας δίνω τον υγιό μου τον μικρότερο.
Τρέχουνε σαν ελάφια κάμπους και βουνά 
Και μπήκαν με τους πρώτους στην Τριπολιτσά . 



Σαράντα παλληκάρια από τη Λεβαδιά
Βγήκαν αρματωμένα , πάνε για κλεψιά .
Πάνε για να πατήσουν το Καλό Χωριό
Κάνα δεν έχουν πρώτο και τρανύτερο .
Γυρεύουν ένα γέρο για την ορμηνειά
Επήγαν και τον βρήκαν σε βαθειά σπηλιά
Οπέλιωνε τα' ασήμι κι' έφτιανε κουμπιά .
Γειά σου χαρά σου γέρο, καλώς τα παιδιά
Καλώς τα παλληκάρια, τα κλεφτόπουλα.
Σήκου να βγούμε γέρο, κλέφτες στα βουνά
Δεν ημπορώ παιδιά μου, γιατ' εγέρασα.
Περάστε από τη στάνη και τα πρόβατα
Και πάρτε τον υγιό μου τον μικρότερο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου